Monday, November 1, 2010

Περί «Οραμάτων»

Εκείνο το πρωί ξύπνησα λίγο αργότερα από το συνηθισμένο. Μου το επέτρεπε το πρόγραμμά μου. Πήρα το πρωινό μου, στο σπίτι μου στη Πορταριά και ετοιμάστηκα για την καθημερινή μου κάθοδο στο Βόλο. Η ημέρα ήταν ευχάριστη. Τη χθεσινή βροχή διαδέχτηκε ένα ευχάριστο βοριαδάκι, με αποτέλεσμα σήμερα ο ουρανός να είναι βαθυγάλανος και ο ήλιος αναζωογονητικός. Εύκολα λοιπόν αποφάσισα να μη χρησιμοποιήσω το αυτοκίνητο. Περπάτησα το καλντερίμι μέχρι το πλάτωμα, στο σταθμό του τελεφερίκ. Περίμενα την επόμενη καμπίνα και επιβιβάστηκα. Έπιασα κουβέντα με ένα ζευγάρι χωριανών από τη Ζαγορά, οι οποίοι κατέβαιναν στην πόλη για τη διευθέτηση τραπεζικών υποθέσεων.
Αποβιβάστηκα από τη καμπίνα του τελεφερίκ, ύστερα από ένα πεντάλεπτο ταξίδι με υπέροχη θέα. Παρατήρησα ότι είχε αρκετό κόσμο στην ουρά για την άνοδο στο Πήλιο. Τουρίστες αλλά και ντόπιοι. Δικαιολογημένο, με τόσο ωραίο καιρό. Δίπλα στο τερματικό σταθμό του τελεφερίκ, υπάρχει και αυτός του τραμ. Πριν λίγο καιρό άρχισε να λειτουργεί. Πήρα τη γραμμή Αηδονοφωλιές – Πευκάκια και κάθισα από τη δεξιά πλευρά του βαγονιού για να έχω καλύτερη θέα στον Κραυσίνδωνα και στις νέες πεζογέφυρες, που κατασκευάστηκαν σε συνεργασία με τους τελειόφοιτους των τμημάτων Αρχιτεκτόνων και Πολιτικών Μηχανικών. Τα παιδιά είχαν καταπληκτικές ιδέες. Όλο το ποτάμι με τα παλιά βιομηχανικά κτίρια έχει αναβαθμιστεί στο πλέον δυναμικό μέρος της πόλης.
Κατέβηκα στη στάση της 2ης Νοεμβρίου, στο σημείο από όπου περνάει και η δεύτερη γραμμή του τραμ (Άναυρος – Πανθεσσαλικό). Δανείστηκα ένα ποδήλατο του Δήμου και πήγα μέχρι το κέντρο, κοντά στον Άγιο Νικόλαο. Θα περίμενα έναν συνάδελφο για να πάμε μαζί στο Πανεπιστήμιο. Πέρασα από τη στοά της πολυκατοικίας του στην πίσω αυλή. Κάθισα σε ένα παγκάκι στον ακάλυπτο χώρο του τετραγώνου, στη σκιά ενός δέντρου. Τώρα πια, σχεδόν κάθε τετράγωνο έχει ένα μικρό παρκάκι στην ακάλυπτη καρδιά του. Δεν είχε πολύ κόσμο ακόμα. Το απόγευμα συνήθως κατεβαίνουν τα παιδιά και παίζουν στο άφθονο γκαζόν του ακάλυπτου. Κάνουν ομάδες ανά τετράγωνο και παίζουν ποδόσφαιρο και άλλα. «Τα αυτοκίνητα στους δρόμους, και εμείς εδώ», μου είχε πει ένα από αυτά κάποτε. Είχα φτάσει μισή ώρα νωρίτερα. Άνοιξα το φορητό υπολογιστή, μπήκα στο διαδίκτυο (παντού στην πόλη ασύρματο και δωρεάν πια) και διάβασα τις εφημερίδες της ημέρας. Ελάχιστες τυπώνονται πια σε χαρτί. Δεν το συζητώ πόσα δάση γλιτώσανε.
Η ηρεμία της μικρής αυτής εσωτερικής πλατείας διαταράσσεται ξαφνικά από ένα φορτηγάκι που πέρασε τη στοά και συλλέγει τα ανακυκλώσιμα σκουπίδια από τους πέντε ειδικούς κάδους κάθε πολυκατοικίας. Μέχρι που κατέβηκε ο συνάδελφός μου, ξαναπήραμε τα ποδήλατα και ξεκινήσαμε για το Πανεπιστήμιο. Κατεβήκαμε στην παραλία. Ο ήλιος αντανακλούσε στις μεταλλικές επιφάνειες του νέου φάρου του λιμανιού. Πολύς κόσμος από το κρουαζιερόπλοιο είχε ήδη πάει εκεί για φωτογραφίες. Διασχίσαμε κάθετα το πάρκο Ρήγα Φεραίου και βρεθήκαμε στο σιδηροδρομικό σταθμό. Αφήσαμε τα ποδήλατα στον ειδικό χώρο και αναζητήσαμε το ζευγάρι αρχιτεκτόνων που θα έρχονταν από το εξωτερικό για μια σειρά διαλέξεων στη Σχολή. Δεν ήταν η πρώτη φορά που έρχονταν στο Βόλο. Προσγειώθηκαν στο διεθνές αεροδρόμιο του Στεφανοβικείου και πήραν το πρώτο εξπρές τραίνο από τη Λάρισα για το Βόλο. Με τη διπλή ηλεκτροκινούμενη γραμμή και το αεροδρόμιο στη μέση της διαδρομής, σε δώδεκα λεπτά είχαν φτάσει. Και όντως. Τους βρήκαμε στο παλιό κτίριο του ΟΣΕ, να παρατηρούν την εξαιρετική αντίθεση του εκλεκτιστικού αριστουργήματος με το υψηλής τεχνολογίας διπλό γυάλινο περίβλημα του νέου τερματικού σταθμού. «Πού να δείτε και το πώς αναδείχτηκε και το ίδιο το Δημαρχείο...σαν να καθρεφτίζεται στη θάλασσα !!!», τους είπα.
Πήρανε ένα ταξί και πήγαν στη Σχολή. Εμείς συνεχίσαμε με τα ποδήλατα. Εκεί, μας παρουσίασαν τρία σχέδια – τα δύο για κτίρια του Δήμου και το ένα για μια νέα προς διάνοιξη πλατεία – τα οποία θα προτείνουν για κατασκευή, σε συνεργασία και με διεθνείς χορηγούς. Τα έσοδα για το Δήμο θα ήταν σημαντικά, όχι μόνο μέσω των ενοικίων, αλλά κυρίως μέσω της υπεραξίας σε τουριστικό, πολιτιστικό, εμπορικό και οικονομικό επίπεδο που θα δημιουργήσουν. Ούτως ή άλλως, ο Βόλος επένδυε πια στην αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος μέσα από τα κέρδη των επενδύσεων από τα φωτοβολταϊκά στοιχεία σε όλα τα δημοτικά κτίρια. Και ο κόσμος το χαιρόταν διπλά.
Χτυπάει το τηλέφωνο στο γραφείο μου. Διακόπτω τους συναδέλφους. Το τηλέφωνο συνεχίζει και χτυπάει. Ασταμάτητα. Ξαφνικά, συνειδητοποιώ τι συμβαίνει. Δεν ήμουν στη Σχολή, αλλά στο δωμάτιό μου. Και δεν ήταν το τηλέφωνο που χτυπούσε, αλλά το θυροτηλέφωνο. Ξυπνώ. Ακούω βήματα στην εξώπορτα. Σταματούν και αφήνουν κάτω από τη πόρτα ένα προεκλογικό φυλλάδιο. Ξεχωρίζω την κλισέ, και προσβλητική πια, φράση «Το όραμά μου για την πόλη». Περίεργο. Τόσα οράματα, τόσων υποψηφίων, τόσων εκλογών, όλα με ένα κοινό στοιχείο: το βίαιο «ξύπνημα» σε μια μίζερη πραγματικότητα μιας πόλης που δεν αλλάζει. Και μια πόλη που δεν αλλάζει, δεν προσαρμόζεται, δεν προσπαθεί, δεν ρισκάρει, είναι βέβαιο ότι θα φθίνει.
Άραγε, το δικό μου όραμα, αν και πιο ευφάνταστο, πόσο πιο πραγματοποιήσιμο είναι; Αν κρίνω από δεκάδες άλλες πολιτείες εκτός Ελλάδας, αρκετά. Αν κρίνω και από όσα ακούμε τόσα χρόνια, επίσης. Όσο όμως ανακυκλώνεται στην εξουσία η ίδια υπεύθυνη καταστροφική γενιά, τόσο θα κοιμάμαι για να ονειρεύομαι και θα ξυπνώ για να κυνηγώ το όνειρο.